Τα Μυστήρια της Σικελίας
(Sicilian Ghost Story)
Είδος: |
|
Έτος παραγωγής: | 2017 |
Διάρκεια: | 122 |
Χώρα: | Γαλλία, Ιταλία, Σουηδία |
Σκηνοθεσία: | Antonio Piazza, Fabio Grassadonia |
Σενάριο: | Antonio Piazza, Fabio Grassadonia, Marco Mancassola |
Ηθοποιοί: | Corinne Musallari, Filippo Luna, Gaetano Fernandez, Julia Jedlikowska, Sabine Timoteo, Vincenzo Amato |
Πρεμιέρα: | 15-03-2018 |
Γράφει:
Βαθμολογία Cinefreaks:





Σε ένα απομονωμένο χωριό της Σικελίας, η είδηση ότι ο 13χρονος Τζουζέπε αγνοείται προκαλεί χλιαρές αντιδράσεις. Η Λούνα, μια νεαρή μαθήτρια ερωτευμένη μαζί του, αποφασίζει να σπάσει την ομερτά του περίγυρου και να ρίξει φως στη μυστηριώδη εξαφάνιση.
Η αληθινή ιστορία της απαγωγής ενός νεαρού αγοριού από τη Μαφία που σόκαρε την Ιταλία των 90s, εμπνέει το σκηνοθετικό δίδυμο των Φάμπιο Γκρασαντόνια και Αντόνιο Πιάτσα οι οποίοι, μετά το εξαιρετικό «Salvo», επιστρέφουν με ένα σκοτεινό παραμύθι που υφαίνεται περίτεχνα γύρω από τα πραγματικά γεγονότα ενός αποτρόπαιου εγκλήματος. Με δάνεια από τη μυθολογία και χρήση λογοτεχνικών μοτίβων από το σινεμά του φανταστικού, στο «Sicilian Ghost Story» οι σκηνοθέτες πειραματίζονται επιτυχώς με τα κινηματογραφικά είδη για να αφηγηθούν μία ατμοσφαιρική και εξόχως συγκινητική ιστορία αγάπης.
Θα ξεκινήσω λέγοντας πως η προηγούμενη ταινία του συγκεκριμένου σκηνοθετικού διδύμου, το Salvo, πέρα από μια αξιόλογη άσκηση ύφους, μου είχε φανεί κάπως κενή σε θέμα σεναρίου, αν όχι τετριμμένη. Φαινόταν δηλαδή πως οι σκηνοθέτες ήξεραν τι εικόνες ήθελαν να απαθανατίσουν, αλλά σαν να τους έλειπε ο συνδετικός αρμός. Ήρθε η ώρα της δεύτερης από κοινού μεγάλου μήκους απόπειράς τους και, για κάποιο λόγο, από την αρχή μέχρι το τέλος, φαινόταν πως έχουν αρχίσει να βρίσκουν το δρόμο τους. Όχι εντελώς, μα τα πήγαν σαφώς καλύτερα.
Αρχικά θα πρέπει να αναφέρουμε τις δύο πολύ δυνατές κεντρικές ερμηνείες και δη της πρωταγωνίστριας Julia Jedlikowska, η οποία εντυπωσιάζει με τη μελαγχολική της εκφραστικότητα και την -είτε υπονοούμενη είτε έκδηλη- ένταση που κουβαλά στο παίξιμό της. Το κάστινγκ έκανε, ομολογουμένως, πολύ καλή δουλειά, βρίσκοντας τα κατάλληλα πρόσωπα, από τους κεντρικούς μέχρι τους δεύτερους ρόλους, πρόσωπα πειστικά που, έστω και για λίγο, προκαλούν κάποιες ρωγμές στο όριο μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας.
Μιας και αναφερθήκαμε στο όριο μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, σαφέστατα κι αναπόφευκτα πρέπει να αναφερθούμε στο σενάριο. Τολμηρό, δε διστάζει να θίξει ένα ταμπού θέμα με έμπνευση και να το μπολιάσει με στοιχεία παραμυθικής φαντασίας που μαρτυρούν μια κάποια αγάπη στον Λαβύρινθο του Πάνα. Η αποτρόπαια πραγματικότητα μπλέκεται με τόπους βγαλμένους από μαγεμένα τοπία και η διαφυγή από την πραγματικότητα υπερτονίζει τη σκληρότητα των όσων βλέπουμε με έναν τρόπο μεταφορικό και λειτουργικό, με πολλές αναφορές σε άλλες ταινίες του κινηματογράφου του φανταστικού.
Το πρόβλημά μου, όμως, έχει να κάνει με την παρουσίαση κάποιων από τους χαρακτήρες, οι οποίοι παραείναι στερεοτυπικοί. Οι μαφιόζοι φαντάζουν υπερβολικά σατανικοί και έκφυλοι, η μητέρα της Luna, παρ’ ότι βρίσκεται εκεί για να χρησιμεύσει ως η αυστηρή μητέρα του παραμυθιού, παραμένει κάπως καρικατουρίστικη σε εμφάνιση και στο κλισέ της αυστηρής, ανήσυχης μητέρας. Κατανοώ πως αυτά συμβαίνουν διότι, πάνω απ’ όλα, έχουμε μπροστά μας ένα παραμύθι, αλλά αν ήταν πιο εμφανής η αντίθεση ανάμεσα στην πραγματικότητα και στο καταφύγιο της φαντασίας, ίσως το αποτέλεσμα να ήταν πολύ πιο δυνατό.
Το κρυφό χαρτί, ωστόσο, το οποίο χρησιμοποιείται πλαγίως αλλά επιτυχημένα ανεβάζει αρκετά την ταινία ως σύνολο, είναι η κριτική της απέναντι στη σιωπή μπροστά στη μαφία. Βλέπουμε μια κοινωνία η οποία αρνείται να αντιδράσει στο οτιδήποτε, φοβούμενη τις αντιδράσεις του υποκόσμου, ο οποίος τυχαίνει να κυβερνά το μικρό αυτό χωριό. Με αυτόν τον τρόπο, μια απλή ιστορία αγάπης (διότι αν απογυμνωθεί το σενάριο από διάφορες λεπτομέρειες καταλήγει σε αυτήν ακρινβώς την περιγραφή) μετατρέπεται σε μια κατακραυγή ενάντια στην καταδυνάστευση και την επιβολή της σιωπής. Η Luna δεν είναι απλώς μια νεαρή ρομαντική, είναι μια επαναστάτρια απέναντι σε αυτό το καθεστώς που, ακόμα κι αν υπάρξει ένα τίμημα, όποιο κι αν είναι αυτό, θα το πληρώσει. Για την αγάπη της στον Giuseppe και ως εκ τούτου στους καταπιεσμένους και τα θύματα μιας κοινωνίας άδικης και βίαιης.
Θα μπορούσε να είναι καλύτερη; Σαφώς. Αλλά κι έτσι στέκει ως ένα αξιοπρεπέστατο φιλμ με τόλμη σκηνοθετικά και σεναριακά που έχει αρκετή ουσία για όποιον θελήσει να την ξεψαχνίσει ως το μεδούλι της.
