Ένας ακέραιος άνθρωπος
(Lerd)
Είδος: |
|
Έτος παραγωγής: | 2017 |
Διάρκεια: | 111 |
Σκηνοθεσία: | Mohammad Rasoulof |
Σενάριο: | Mohammad Rasoulof |
Ηθοποιοί: | Nasim Adabi, Reza Akhlaghirad, Soudabeh Beizaee |
Πρεμιέρα: | 25-01-2018 |
Γράφει:
Βαθμολογία Cinefreaks:





O Reza, έχοντας πάρει αποστάσεις από τις πόλεις, ζει μία απλή ζωή με την γυναίκα του και τον γιο του σε ένα χωριό στο βόρειο Ιράν, και εργάζεται στη φάρμα του με τα χρυσόψαρα. Στην περιοχή όμως, μία ιδιωτική εταιρεία με δεσμούς στην κυβέρνηση και την τοπική αυτοδιοίκηση, έχει στον έλεγχό της σχεδόν όλες τις διαδικασίες της περιοχής. Οι μέτοχοι της εταιρείας, κερδίζουν πλούτο, δύναμη, και αναγκάζουν τους τοπικούς εργαζόμενους σε εξαθλίωση. Εκείνοι με την σειρά τους, κάτω από την οικονομική πίεση, αποφασίζουν να αντιδράσουν, δημιουργώντας το δικό τους δίκτυο διαφθοράς.
Ο νικητής του “Ένα Κάποιο Βλέμμα” στο προηγούμενο φεστιβάλ Καννών, έφτασε στις αίθουσες.
H 6η ταινία του σκηνοθέτη και σεναριογράφου Mohammad Rasoulof (“The Twilight,” “Iron Island,” “Manuscripts Don’t Burn”) επιστρέφει σε ένα θέμα που γνωρίζει όσο λίγοι. Τον τρόπο που η κρατική μηχανή της χώρας του, μπορεί να φιμώσει τις ανεξάρτητες φωνές. Το “A Man of Integrity”, όπως είναι ο Αγγλικός τίτλος της ταινίας, αποτελεί μία κριτική της κοινωνίας του Ιράν. Για αυτό το λόγο η ταινία απαγορεύθηκε στη χώρα του.
Ο Rasoulof συνεχίζει να δουλεύει, παράλληλα με την ποινή φυλάκισης που του έχει επιβληθεί, αλλά δεν έχει εκτελεστεί. Το σενάριο της ταινίας αφορά κυρίως το τι μπορεί να ορίσει έναν άνθρωπο σε μία κοινωνία που έχει χάσει τον ηθικό της κώδικα.
Ο Mohammad Rasoulof ανήκει στο κλειστό κλαμπ εκείνων των κινηματογραφικών δημιουργών που έχουν πληρώσει με την ελευθερία τους την έκφρασή τους μέσω των ταινιών τους. Όπως και ο πολύ πιο διαδεδομένος στο παγκόσμιο στερέωμα του σινεμά συμπατριώτης του Jafar Panahi, έτσι και ο Rasoulof έχει φυλακιστεί από το καθεστώς του Ιράν για τα φιλμ που γυρίζει τα οποία είναι επικριτικά απέναντι στην επικρατούσα κατάσταση εκεί. Στην Ελλάδα είχε πάρει διανομή, αν και είχε περάσει απαρατήρητο, το αλληγορικό “Jazireh Ahani”, ένα έργο που έχει ταυτόχρονα αυτήν την πρωτόλεια γοητεία ενός σκηνοθέτη που κάνει τα πρώτα του βήματα αλλά και βαθιά συνείδηση του βάρους του μηνύματος που έχει να περάσει. Το “Bé Omid é Didar” του 2011 εκπέμπει σε διαφορετικό μήκος κύματος, με έναν πιο άμεσα καταγγελτικό λόγο, αλλά κυρίως ένα αποπνικτικό, ασφυκτικό κλίμα που βυθίζει το θεατή στα αδιέξοδα του κόσμου στον οποίο κινείται η ηρωίδα. Το νέο πόνημα του ιρανού κινηματογραφιστή, το “Lerd”, είναι ολοφάνερα πιο ολοκληρωμένο και σφιχτοδεμένο από τις προαναφερθείσες, αξιόλογες μεν αλλά πιο ελλιπείς δημιουργίες του. Έχει μια διακριτή προσωπική ταυτότητα, δεν πιθηκίζει άλλους μετρ της χώρας αυτής όπως το Farhadi (ο οποίος διαχειρίζεται την ένταση με πιο άμεσο, δυναμικό τρόπο σε αντίθεση με εδώ που το κλίμα είναι σαν τη σιωπή λίγο πριν την καταιγίδα) και είναι πυκνογραμμένο (το σενάριο ίσως είναι το μεγαλύτερο ατού εδώ), στο βαθμό που τίποτα δεν αφήνεται να πέσει κάτω.
Η παγίδα που αποφεύγεται επιδέξια εδώ είναι να παρασυρθεί το σύνολο από μια ασταμάτητη περιγραφή καταστάσεων μην αφήνοντας χώρο έτσι να ξεδιπλωθούν οι χαρακτήρες. Η ψυχογράφηση των δύο βασικών ηρώων, του Reza και της γυναίκας του, γίνεται μέσα από τις πράξεις στις οποίες καταλήγουν λόγω έξωθεν πιέσεων. Ο πραγματικός πρωταγωνιστής του φιλμ βέβαια, όσο κι αν βρίσκεται εξίσου στο επίκεντρο η σταδιακή μεταμόρφωση του Reza προκειμένου να εξασφαλίσει τη δική του, υλική και ηθική, επιβίωση (ίσως ακόμη περισσότερο και από αυτήν της οικογένειάς του) είναι το ίδιο το κρατικό και παρακρατικό σύστημα του Ιράν, απεικονιζόμενο εδώ σε όλες του τις προεκτάσεις: διαφθορά, υπερβολική γραφειοκρατία, καταπίεση, αυθαιρεσίες θεσμικών οργάνων και, κυρίως, μια αίσθηση εγκλωβισμού και παγίδευσης που στέκεται επάνω στα θύματα αυτού του καθεστώτος σαν βαριά σκιά. Ο ρυθμός είναι πραγματικά άψογος, ακόμη κι όταν υπάρχουν νεκροί χρόνοι η παρουσία τους δεν είναι πλεονάζουσα στο βαθμό η ταινία να κινδυνεύει να κάνει κοιλιά. Ο προσγειωμένος ρεαλισμός της κινηματογράφησης αλλά και των προσεγγίσεων στις ερμηνείες, που είναι χαμηλών τόνων, όχι όμως υποτονικές, είναι στοιχεία που καταφέρνουν και κάτι επιπρόσθετο, να μην εξοκείλει η ιστορία στην αναληθοφάνεια (τα ίδια δρώμενα αν παρουσιάζονταν από ένα σκηνοθέτη με λιγότερη αυτοσυγκράτηση θα φαίνονταν παρατραβηγμένα), χάνοντας έτσι σε δραματουργική δύναμη.
Ωστόσο υπάρχουν κάποιες δημιουργικές επιλογές, όχι εξαιρετικά προβληματικές, που όμως αποδυναμώνουν ελαφρώς την απήχηση των μηνυμάτων που επιδιώκεται να μεταδοθούν στο θεατή. Το σοβαρότερο σφάλμα είναι ίσως το πόσο εύκολα καταλήγει η ιστορία στο συγκεκριμένο φινάλε για να εκμαιευθεί το επιμύθιο που βγαίνει μέσα από αυτό, το οποίο ναι μεν έχει ένα ειδικό βάρος και είναι εύστοχο ως συμπέρασμα, όμως για να φτάσει σε αυτό το σημείο παρακάμπτει δυσκολίες που θα προέκυπταν στο κατά τα άλλα ρεαλιστικό σύμπαν που συντίθεται στο κείμενο. Επιπλέον η αποφυγή να εμφανιστεί η βία μπροστά από την κάμερα, ακόμη κι αν γίνεται από πρόθεση υιοθέτησης μιας υπαινικτικής, υποδόριας προσέγγισης, αφαιρεί πόντους από τον αντίκτυπο που θα υπήρχε αν δεν αφηνόταν αυτό το πεδίο στη φαντασία του θεατή. Παρόλες αυτές τις ενστάσεις, το “Lerd” είναι ακόμη ένα λαμπρό δείγμα της εξαγώγιμης ιρανικής κινηματογραφικής παραγωγής που για πάνω από δύο δεκαετίες τώρα κρατάει τα πολιτισμικά λάβαρα ενός κράτους που αν δεν την αντιπαλεύει φροντίζει να μην τη στηρίζει. Δεδομένης της σταδιακής ωρίμανσης που έχει δείξει ο δημιουργός του από ταινία σε ταινία, δε θα ήταν απλά μια αισιόδοξη πρόβλεψη να υποθέσει κανείς πως οι καλύτερες στιγμές του είναι αυτές που θα έρθουν…
