Κάτω απ’ την άμμο (Land of Mine)
Είδος: |
|
Έτος παραγωγής: | 2015 |
Σκηνοθεσία: | Martin Zandvliet |
Σενάριο: | Martin Zandvliet |
Ηθοποιοί: | Emil Belton, Joel Basman, Louis Hofmann, Mikkel Boe Følsgaard, Oskar Belton, Roland Møller |
Γράφει:
Είμαστε στη Δανία του 1945. Έχει τελειώσει ο Β’ Π.Π. και όλοι μαζεύουν τα κομμάτια τους. Βασικότερο χαρακτηριστικό του κλίματος της εποχής; Οι Γερμανοί είναι πιά “υπό” και έχει έρθει η ώρα να πληρώσουν για τις τραγικές τους πράξεις. Γερμανοί αιχμάλωτοι πολέμου καταφθάνουν στη Δανία και υποχρεώνονται να εξουδετερώσουν τις δύο εκατομμύρια νάρκες που οι δικές τους δυνάμεις είχαν τοποθετήσει στη δυτική ακτή της χώρας στην αρχή του πολέμου. Μικρή ασήμαντη λεπτομέρεια: οι περισσότεροι ήταν παιδιά. Και άλλη μία ασήμαντη λεπτομέρεια: από τους 2000 γύρισαν πίσω οι 1000.
Παρακολουθούμε, λοιπόν, στην ταινία μία ομάδα δεκατεσσάρων Γερμανών αιχμαλώτων, υπό την επίβλεψη ενός Δανού λοχία, στη μέση του πουθενά και υπό άθλιες συνθήκες διαβίωσης, να παίζουν κορώνα ή γράμματα τη ζωή τους κάθε ώρα για μήνες, προσπαθώντας να εξουδετερώσουν όλες τις νάρκες που είναι θαμμένες στην παραλία. Κατά τη διάρκεια της ταινίας αποτυπώνεται ξεκάθαρα το βαθύ μίσος που βράζει εναντίον των Γερμανών. Και αποτυπώνεται, κυρίως, στα μάτια του Δανού λοχία, στη βιαιότητα και στην οργή που ξεχειλίζει όταν τους φωνάζει “Αυτή είναι η χώρα μου, έξω!” (λόγος για τον οποίο ο αγγλικός τίτλος, Land of Mine, μου φαίνεται πολύ καλύτερος).
Το γεγονός, τώρα, ότι έχουμε να κάνουμε με νάρκες δημιουργεί το εξής πρόβλημα: έχεις και τα 101′ της ταινίας το στομάχι στο στόμα σου, μη μπορώντας να αποκλείσεις μια ενδεχόμενη έκρηξη μέχρι και την τελευταία σκηνή. Αυτό, μαζί με ορισμένες άγριες σκηνές και σκηνές όπου η υπόρρητη ένταση είναι σχεδόν δυσβάσταχτη κάνουν την ταινία δύσκολη. Είναι, όμως, μια ταινία που αξίζει να δεις.
Πρόκειται για μια εξαιρετικά πρωτότυπη προσέγγιση ενός θέματος πολυσυζητημένου, ενός θέματος που πονάει ακόμα πολύ, τον Β’Π.Π. Συνήθως παρακολουθούμε τις ανομολόγητες αγριότητες των Γερμανών, συμπάσχουμε με τον Εβραίο πιανίστα, τον Εβραίο πατέρα-υπόδειγμα και τον Εβραίο με τις ριγέ πιτζάμες (αναφέρω τυχαία τρεις από τις ταινίες που με κάνουν πάντα να πνίγομαι από το κλάμα). Ξεχνάμε, όμως, ότι θύματα θρήνησαν όλοι, οικογένειες ξεκληρίστηκαν παντού, αθώοι τιμωρήθηκαν και στις δυο πλευρές, γιατί αυτό σημαίνει πόλεμος. Και αυτό είναι που μας θυμίζει η συγκεκριμένη ταινία. Τα βασανιστήρια που υπέστησαν οι Γερμανοί αιχμάλωτοι αμέσως μετά τον πόλεμο ήταν το ίδιο απάνθρωπα με ότι συνέβη στη διάρκειά του. Απλώς έμειναν στην αφάνεια, κουκουλωμένα με το ύφασμα μιας φαινομενικής συναισθηματικής δικαίωσης.
Η ταινία αντιστρέφει την εικόνα για να πει, για άλλη μια φορά, το ίδιο. Η βία, η αδικία και η αγριότητα είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης και το μόνο που μπορεί να επιφέρει είναι δυστυχία. Και αυτό διότι η βία θα γεννήσει βία, η αδικία θα γεννήσει αδικία και η αγριότητα θα γεννήσει αγριότητα. Αυτό είναι το παιχνίδι. Έτσι πάντα θα υπάρχουν εξουσιαστές και εξουσιαζόμενοι. Πάντα κάποιος θα θρηνεί και κάποιος θα εκμεταλλεύεται. Και πάντα κάποιος θα συναισθάνεται την άδικη αυτή φύση της ζωής και είτε θα τρελαίνεται είτε θα κάνει ένα μικρό, αμέλητέο βήμα εναντίον της.Ο Δανός λοχίας της ταινίας έτυχε να κάνει το δεύτερο.
Βαθιά συγκινητική, πέρα από σκληρή, η ταινία και τη συστήνω ανεπιφύλακτα. Θα προβληθεί για τρίτη φορά στις 14/11, 17:30 στον Κασσαβέτη.