Guilty Pleasures: Showgirls
Είδος: |
|
Έτος παραγωγής: | 1995 |
Σκηνοθεσία: | Paul Verhoeven |
Σενάριο: | Joe Eszterhas |
Ηθοποιοί: | Elizabeth Berkley, Gina Gershon, Kyle MacLachlan |
Γράφει:
Παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Γιώργο Καστέλλη, και δυστυχώς για εσάς, για αυτή την εβδομάδα guilty pleasure δια χειρός Κωνσταντίνου Καραγάνη.
Και επειδή σαν άνθρωπος είμαι και λίγο “εξηγήσου”, τι σημαίνει “Guilty Pleasure”; Με μετάφραση να σημαίνει “Ένοχη Απόλαυση”, κινηματογραφικά εννοούμε μία ταινία που μπορεί να είναι κακή σε όλα της, αλλά όχι μόνο την έχεις δει, και μπορεί παραπάνω από μία φορές, αλλά ντρέπεσαι και να πεις ότι την έχεις δει. Αλλά όταν θα την βάλει η τηλεόραση, στο “και καλά” τυχαίο zapping που θα κάνεις, θα μείνεις, δεν μπορεί.
Και όπως λένε και οι φίλοι μας οι Αμερικάνοι :”Let’s get the obvious stuff out of the way”. Η ταινία είναι ίσως μία από τις χειρότερες. Όχι μόνο του είδους της, όχι μόνο του Paul Verhoeven, ο οποίος όταν ανέλαβε να κάνει το tv edit χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο Jan Jansen (κάτι λέει και αυτό από μόνο του), αλλά είναι μία από τις χειρότερες ταινίες ever. Με μία μικρή διαφορά. Ότι μπορεί να χαρακτηριστεί “too bad it’s good”.
Τι εστί λοιπόν Showgirls; (Ελάτε τώρα, μην κάνετε ότι δεν ξέρετε)
1995, το έτος. Η Naomi (Elizabeth Berkley) αποφασίζει να φύγει από το σπίτι της για να ακολουθήσει το όνειρό της. Να γίνει επαγγελματίας χορεύτρια. Φτάνει στο Las Vegas, και εμείς βλέπουμε τον αγώνα της προς την επιτυχία. Εκεί θα γνωρίσει τη Molly, μία χορεύτρια στο Stardust Hotel και οι δύο θα γίνουν πολύ καλές φίλες. Η Naomi θα βρει τελικά δουλειά στο Cheetah Club, και θα συναντήσει την star του κεντρικού show Goddness, Cristal Connors (Gina Gershon). Θα καταφέρει να κερδίσει μία θέση στις χορεύτριες του show, με την διαφορά ότι θα ανακαλύψει ότι όσο η καριέρα της ανεβαίνει τόσο οι φιλίες της και η ηθική της παίρνουν την κάτω βόλτα.
Πέρα όμως από τις δυσκολίες που είναι στρωμένος αυτός ο δρόμος της επιτυχίας, έχει και διάφορες άλλες επιστρώσεις, όπως γυμνό, σεξ, ίντριγκες, λεσβιακές προσεγγίσεις, πάγους στις ρώγες, κρυφά δωμάτια για ιδιωτικά sex dances και άλλα πολλά.
Το Showgirls είναι πλέον περιβόητο για την απεικόνιση αντιφεμινιστικών σκηνικών, για ένα σενάριο που θα μπορούσε να έχει γραφτεί από ένα έφηβο με τις ορμόνες του κοκτέιλ, και για ερμηνείες υποδεέστερες και από εκείνες ενός απίστευτα ατάλαντου και ψωνισμένου ηθοποιού. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η ερμηνεία της Berkley, της Jessie από το “Πριν Χτυπήσει το Κουδούνι” (άλλο τηλεοπτικό guilty pleasure αυτό), είναι από τις ερμηνείες που καταστρέφουν καριέρες.
Από την αρχή μέχρι το τέλος, αν προσπαθήσεις να κάνεις κινηματογραφική ανάλυση, τα πάντα θα σε οδηγήσουν να σπάσεις την τηλεόραση, το dvd player, το dvd το ίδιο, να πας μέχρι τις Η.Π.Α. και να πλακώσεις στο ξύλο όποιον είναι υπεύθυνος για αυτό το δημιούργημα.
Όπως έχουν πάει τα πράγματα με το παρόν άρθρο, δεν υπάρχει δικαιολογία για να συγκαταλέγεται το φιλμ στις “Guilty Pleasures”. Και όμως.
Αν είχε σκηνοθετήσει οποιοσδήποτε άλλος αυτή την ταινία, δεν θα μπαίναμε καν στη διαδικασία να ασχοληθούμε μαζί της. Θα βάζαμε μια ταμπέλα “Χειρότερη ταινία ever”, και θα πηγαίναμε για ένα ωραίο μεσημεριανό καφέ. Από την στιγμή όμως που εμπλέκεται το όνομα του Paul Verhoeven τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.
Σας θυμίζω “Ολική Επαναφορά”, “Βασικό Ένστικτο”, “RoboCop”. Όσο διαφορετικές κι αν είναι, όλες περιέχουν μία μορφή σάτιρας που υποβόσκει σε όλη την διάρκεια κάθε δημιουργίας του. Στο εν λόγω “ShowGirls”, θα μου πεις φίλε μου cinefreak, η σάτιρα που είναι; Και θα σου απαντήσω. Όλη η ταινία λειτουργεί για να σατιρίσει, ίσως με έναν πιο ακραίο τρόπο, την show-bizz βιομηχανία. Οι νεαρές κοπέλες με όνειρα, ο σεξισμός, οι ακροάσεις, κτλ κτλ. Η ταινία ίσως ν’ αφορά και την ίδια την ταινία. Λίγο παρατραβηγμένο μεν, αλλά αν το καλοσκεφτείς, ισχύει.
Αλλά όχι μόνο αυτό. Ο λόγος για τον οποίο μπορούμε να την θεωρήσουμε guilty pleasure, και ειδικά για το έτος που κυκλοφόρησε, ήταν το σεξ και ο διάχυτος ερωτισμός. Καλώς ή κακώς, και δυστυχώς τις περισσότερες φορές κακώς, το σεξ πουλάει. Έτσι λοιπόν πούλησε και εδώ.
Πέραν όμως από αυτό, μην ντρέπεσαι για την απόλαυση που σου προσέφερε η ταινία. Έχεις δει και χειρότερα.