Κορίτσι
(Girl)
Είδος: |
|
Έτος παραγωγής: | 2018 |
Διάρκεια: | 105 |
Χώρα: | Βέλγιο |
Σκηνοθεσία: | Lukas Dhont |
Σενάριο: | Angelo Tijssens, Lukas Dhont |
Ηθοποιοί: | Arieh Worthalter, Oliver Bodart, Victor Polster |
Πρεμιέρα: | 15-11-2018 |
Γράφει:
Η 15χρονη Λάρα είναι αποφασισμένη να γίνει επαγγελματίας μπαλαρίνα. Με την υποστήριξη του πατέρα της, ρίχνεται στην απόλυτη μάχη. Η αγανάκτηση και η ανυπομονησία της μεγαλώνουν καθώς συνειδητοποιεί ότι το σώμα της δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του κλασικού χορού. Γιατί; Γιατί γεννήθηκε αγόρι.
Υπάρχουν δυο τρόποι να προσδιορίζεται το φύλο ενός ατόμου. Ο πρώτος είναι ο βιολογικός: εκεί τα πράγματα είναι αδιάλλακτα, δεν υπάρχει καμία επιλογή, κανένα κοινωνικό ερέθισμα που να παίζει ρόλο, είσαι απλά αυτό που γεννιέσαι. Ο δεύτερος είναι ο κοινωνικός: εδώ τα πράγματα είναι λίγο πιο περίπλοκα. Ένας άνθρωπος μπορεί να νιώθει πως ανήκει σε ένα άλλο φύλο από αυτό που η βιολογία του έχει προσδώσει – και αυτό είναι εντελώς ανεξάρτητο από τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Σε αυτή τη συνθήκη, η διαδικασία επαναπροσδιορισμού φύλου (αυτό που με μη-πολιτικά ορθούς όρους μάθαμε να ονομάζουμε «εγχείρηση αλλαγής φύλου») είναι μάλλον μια αναγκαία κατάσταση. Υπάρχει ωστόσο μια βασική λεπτομέρεια (και εδώ έγκειται η έννοια του «κοινωνικού φύλου»): κανένα άτομο δεν είναι υποχρεωμένο να δηλώνει «άντρας» ή «γυναίκα» (ή οτιδήποτε) μόνο από τη στιγμή που η επιστήμη διαφοροποιήσει και βιολογικά τα χαρακτηριστικά του και μετά. Κοινώς, αν νιώθεις άντρας είσαι άντρας και αν νιώθεις γυναίκα τότε είσαι γυναίκα. Και έτσι, οφείλουν να σε αντιμετωπίζουν οι τριγύρω σου (τουλάχιστον αν τους ενδιαφέρει να σέβονται τις επιλογές σου).
Αυτές οι διευκρινήσεις είναι αναγκαίες προκειμένου να γίνει κατανοητό το πόσο δυσβάσταχτο είναι το βάρος που κουβαλάει σε ετούτη εδώ την ταινία η 15χρονη Λάρα (που κάποτε λεγόταν Βίκτορ). Από την πρώτη σκηνή της ταινίας βλέπουμε ένα κορίτσι. Ναι, η Λάρα είναι κορίτσι, νιώθει σαν κορίτσι, αυτοπροσδιορίζεται σαν κορίτσι. Αλλά αυτό το διαολεμένο πέος ανάμεσα στα πόδια της, το οποίο θα υπάρχει εκεί μέχρι να εγχειριστεί (σε δυο χρόνια από την αρχή των τεκταινόμενων στην ταινία όπως μας ξεκαθαρίζεται από τα πρώτα λεπτά) της δημιουργεί ένα τεράστιο ψυχολογικό πρόβλημα. Όχι τόσο γιατί βρίσκεται εκεί, η ίδια άλλωστε θα μπορούσε απλά να το αγνοήσει, αλλά κυρίως διότι δεν το αγνοεί ο κοινωνικός της περίγυρος.
Η οικογένειά της φαίνεται πως έχει δεχθεί τις αποφάσεις της. Ο πατέρας της (δεν μαθαίνουμε ποτέ που είναι η μαμά) είναι ένας ασύλληπτα υποστηρικτικός άνθρωπος. Η Λάρα θα έπρεπε να νιώθει τυχερή, άλλες περιπτώσεις σαν την ίδια περνάνε τα πάνδεινα από το οικογενειακό περιβάλλον. Όμως η Λάρα δεν νιώθει έτσι. Πηγαίνει άλλωστε σε μια σχολή χορού, βρίσκεται σε ένα περιβάλλον που το σώμα παίζει κεντρικό ρόλο στην καθημερινότητα. Και το νιώθει, το ξέρει πως η ευγένεια των συμμαθητριών της, των συμμαθητών της και των καθηγητών της δεν σηματοδοτεί αυτόματα την αποδοχή της από αυτούς αλλά κατά βάση την ανοχή της παρουσίας της ανάμεσά τους. Και αυτό την βαραίνει: όσο οι τριγύρω της την αντιλαμβάνονται ως αγόρι, η ίδια δεν θα μπορεί να χαρεί το γεγονός ότι είναι κορίτσι (και τούτο ανεξάρτητα από την επικείμενη εγχείρησή της).
Ο Λούκας Ντοντ, στην πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, φέρεται έξυπνα και δεν ακολουθεί τον συνηθισμένο και εύκολο δρόμο. Μας το κάνει δύσκολο. Δεν γεμίζει την ταινία του με σκηνές μπούλινγκ και σκληρότητας ενάντια στην πρωταγωνίστρια ώστε να εξοργιστούμε με την συμπεριφορά απέναντί της και να ταυτιστούμε μαζί της (μόλις μια τέτοια σκηνή υπάρχει στην ταινία). Αντίθετα, δημιουργεί ένα περιβάλλον που θεωρητικά είναι ιδανικό για την μικρή. Η λέξη «θεωρητικά» είναι η λέξη-κλειδί. Διότι ο μέσος θεατής, εκείνος που δεν έχει τα βιώματα της Λάρα και μόνο… θεωρητικά προσεγγίζει αυτά που βλέπει, θα αγανακτίσει μαζί της, θα την θεωρήσει κακομαθημένη και περίεργη. Και αυτό ακριβώς είναι το σχόλιο του Ντοντ προς τον μέσο θεατή που προσπαθεί με τα δικά του στάνταρ να κρίνει την πρωταγωνίστρια αντί απλά να αφουγκραστεί την οπτική της γωνία.
Ο Ντοντ σκύβει στο αυτί του μέσου θεατή και λέει: «Μην κρίνεις με τα δεδομένα που έχεις στο μυαλό σου, η ευγένεια δεν κάνει λιγότερο σκληρή τη συνθήκη για τα τρανς άτομα, απλά την διαφοροποιεί, προσπάθησε απλά να το καταλάβεις, όχι να το κρίνεις». Φυσικά δεν είναι όλοι εκείνοι που θα «ακούσουν» αυτή την παρότρυνσή του. Αντίθετα, είναι μπόλικοι εκείνοι που είναι έτοιμοι να τα βάλουν με την πρωταγωνίστρια που αντί να λέει και ευχαριστώ που δεν δέχεται μπούλινγκ έχει μεγαλύτερες απαιτήσεις και συνεχίζουν να της φταίνε τα πράγματα. Όσοι ακούσουν όμως το υπόρρητο μήνυμα του Ντοντ θα αντιληφθούν πως αυτή η ταινία είναι μια από τις πιο ουσιαστικές των τελευταίων χρόνων για αυτό το άτυπο υποείδος που λέγεται «queer σινεμά».
