American Made - Cinefreaks.gr Cinefreaks.gr

American Made


Είδος:

Έτος παραγωγής:
Διάρκεια: 115
Χώρα: Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής
Σκηνοθεσία:
Σενάριο:
Ηθοποιοί: , , , ,
Πρεμιέρα: 07-09-2017

Γράφει:
Βαθμολογία Cinefreaks:

Η ταινία είναι μια εξωφρενική περιπέτεια παρανομίας και διαπλοκής, που αφηγείται την αληθινή, όσο και απίστευτη, περιπετειώδη ζωή του Μπάρι Σιλ, ενός πιλότου που, στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και στις αρχές του ‘80, δούλευε ταυτόχρονα για τη CIA (ως πληροφοριοδότης) και τον Πάμπλο Εσκομπάρ (μεταφέροντας, λαθραία, ναρκωτικά), κερδίζοντας, ο ίδιος, απίστευτα χρήματα.

Δε συνηθίζεται ο Doug Liman να επιχειρεί… διπλό σκηνοθετικό χτύπημα εντός μιας χρονιάς, μάλιστα υπάρχει σχετικά μεγάλη χρονική απόσταση, κατά μέσος όρος τριών ετών, μεταξύ δυο ταινιών του, αλλά έγινε και αυτό. Μετά από το απογοητευτικά ελλειμματικό και πονηρά προπαγανδιστικό “The Wall” εξιλεώνεται και υπογράφει ίσως το καλύτερο φιλμ του από την εποχή του “The Bourne Identity”. Εγκαταλείποντας τα λούσα των χολιγουντιανών παραγωγών στις οποίες «βούτηξε» από τα ‘00s κι έκτοτε (με την εξαίρεση ίσως του κάπως λιγότερο γυαλισμένου “Fair Game”), υιοθετεί εδώ ένα σκηνοθετικό στυλ καθαρά ντοκιμαντεριστικό, γεμάτο ασφυκτικά κοντινά, απότομα ζουμ, κάμερα στο χέρι κι ενίοτε με στραβές γωνίες λήψης. Σε συνδυασμό με την πότε κοκκώδη και πότε εξωτική φωτογραφία του στενού συνεργάτη του Fernando Meirelles César Charlone παράγεται μια αισθητική πολύ κοντά στο πνεύμα της εποχής στην οποία εκτυλίσσεται το έργο. Αυτό που τελικά παράγεται θυμίζει ένα πολύ πιο χιουμοριστικό κι άμεσα καταγγελτικό ως προς το σχεδιασμό της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής “Blow” ή ακόμη κι ένα πιο σπιντάτο και ψυχαγωγικό “Charlie Wilson’s War”. Ο ίδιος ο σεναριογράφος Gary Spinelli, παρόλο που βάζει μια κάποια υπογραφή τοποθετώντας διάσπαρτα κάποιες ουσιαστικές ατάκες, στην πραγματικότητα δεν έχει να προσπαθήσει πολύ παρά να αφεθεί στην απολαυστική παράνοια και στο τραγικωμικό στοιχείο των αληθινών περιστατικών.

Ενώ περιγράφονται θεοσκότεινες ηθικές περιοχές κι εγκληματικές πράξεις, το “American Made” παραμένει απρόσμενα ανάλαφρο και διασκεδαστικό καθόλη τη διάρκειά του, γεγονός που λειτουργεί σαν δίκοπο μαχαίρι, καθώς ναι μεν από τη μία αποφεύγει την παγίδα ενός υπερβολικά σοβαρού και βαρύγδουπου ύφος αλλά από την άλλη σαν να προσπερνάει κάπως τη βαθιά τραγικότητα που διαπερνά πολλά από τα δρώμενα και που αν τονιζόταν θα έκανε μια υπέροχη αντίστιξη με πιο χιουμοριστικές στιγμές (στο μυαλό έρχεται το πόσο υποδειγματικά έγινε αυτό στο κλασικό σκορσεζικό αριστούργημα “Goodfellas”). Δεν πάσχει από κρίση ταυτότητας η ταινία, έχει όμως ένα μικρό έλλειμμα ωριμότητας μέσα στη χειμαρρώδη και καταιγιστική αφήγησή της. Δεν αποφεύγονται δυστυχώς και κάποια κονσερβοποιημένα κλισέ της μέσης χολιγουντιανής βιογραφικής ταινίας, όπως η μονοδιάστατη απεικόνιση της συζύγου του πρωταγωνιστή ως μια επιφανειακή και μεθυσμένη από το νεοπλουτισμό της γυναίκα που ακολουθεί σχεδόν χωρίς ενδοιασμούς τον άντρα της στην ηθική του πτώση προκειμένου να επωφεληθεί υλικά, οπτική που εμπεριέχει ένα λανθάνοντα μισογυνισμό. Υπάρχουν και κάποιες υποπλοκές που θα μπορούσαν να λείπουν και να μην υπάρχει ουσιαστική διαφορά στο τελικό προϊόν, όπως αυτή του αδερφού της γυναίκας του Seal. Όλα αυτά δε λαβώνουν ανεπανόρθωτα την τελική εικόνα, βάζουν όμως το λιθαράκι τους για να μην απογειωθεί σε κάτι πραγματικά εξαιρετικό που πιθανώς να προέκυπτε με μια σκηνοθετική καρέκλα με μεγαλύτερο ειδικό βάρος ή μια πιο επιδέξια συγγραφική πένα.

Ο Liman μπορεί να ξεφεύγει από την πιο ορθόδοξη μπλοκμπαστερική κινηματογράφηση στην οποία έχει συνηθίσει το κοινό, δεν ισχύει όμως το ίδιο και για τον Tom Cruise, που όσο κι αν τον τιμά η απόφαση να επιλέξει ως ρόλο έναν αντιήρωα πέραν των ορίων του νόμου και του ηθικά σωστού, αλλό τόσο τον περιορίζει υποκριτικά η σαφέστατα προσωπική επιλογή του ως προς την προσέγγισή του με μια αυθάδη τσαχπινιά κι εξωστρεφή ενεργητικότητα που χαρακτηρίζει έναν εξουθενωτικά μεγάλο αριθμό των πρωταγωνιστικών του ρόλων σε μεγάλες παραγωγές, κάνοντάς τον έτσι λανθασμένα να μη διαφέρει για παράδειγμα από καταφερτζήδες τύπου Jerry Maguire και Maverick παρόλο που πρόκειται για ένα ξεκάθαρα αρνητικό πρότυπο. Αυτή η αδυναμία και άλλα προαναφερθέντα σφάλματα μπορούν ωστόσο να συγχωρεθούν εν μέρει μπροστά στην ισοπεδωτική σάτιρα και δηκτική κριτική που ασκεί το σενάριο στην αμερικάνικη αντίληψη για την επεμβατικότητα και τον «ξένο» που πρέπει να συμμορφωθεί στις «δημοκρατικές» επιταγές, «πυροβολώντας» επιδέξια τουλάχιστον τρεις διατελέσαντες προέδρους των Ηνωμένων Πολιτειών των οποίων τις ενέργειες πληρώνει ακόμη η οικουμένη. Καλοφτιαγμένο, ρηξικέλευθο και απολαυστικό παρότι αναπόφευκτα και νερωμένο σε ένα βαθμό, το “American Made” είναι ένα θετικό παράδειγμα εμπορικού κινηματογράφου


Βαθμολογία Χρηστών


Προβολές