Όταν τελειώσει ο Έρωτας (After Love)
Είδος: |
|
Έτος παραγωγής: | 2016 |
Σκηνοθεσία: | Joachim Lafosse |
Σενάριο: | Fanny Burdino, Joachim Lafosse |
Ηθοποιοί: | Bérénice Bejo, Cédric Kahn, Marthe Keller |
Γράφει:
To After Love (L’économie du couple) του Joachim Lafosse είναι ένα σύγχρονο οικογενειακό δράμα, που αφορά το μεταβατικό στάδιο ενός ζευγαριού από τον γάμο στο διαζύγιο. Ο Boris και η Marie μένουν μαζί με τις δύο δίδυμες κόρες τους στο σπίτι τους στις Βρυξέλλες, αν και βρίσκονται ουσιαστικά σε διάσταση, έπειτα από 15 χρόνια γάμου. Η Marie έχει ορίσει τους δικούς της κανόνες, βάζοντας όρια στις επαφές, που θα έχει ο σύζυγος της με εκείνη και τις κόρες τους, και στην γενικότερη συμμετοχή του στην οικογενειακή ζωή. Συγκεκριμένη ώρα, που θα πρέπει να βρίσκεται στο σπίτι, εκτός του Σαββατοκύριακου και μιας ημέρας την εβδομάδα, για να μην τον βλέπουν τα παιδιά, δικό του ράφι στο ψυγείο, δικό του απομονωμένο υπνοδωμάτιο στο σπίτι.
Ο Boris, ωστόσο, δεν φαίνεται και τόσο πρόθυμος να ακολουθήσει αυτούς τους κανόνες. Όχι τόσο λόγω του εγωισμού του (αν και το στοιχείο αυτό υπάρχει και στους δύο βασικούς χαρακτήρες), όσο εξαιτίας της προσπάθειας και της επιμονής του να σώσει, οτιδήποτε μπορεί να διασωθεί από τον γάμο και την οικογένεια τους, βρίσκοντας απέναντι του τα μικρά εμπόδια των μικροπροβλημάτων της καθημερινότητας, άλλα κυρίως το νοητό τείχος, που έχει σηκώσει το πείσμα της Marie. Παράλληλα, προσπαθεί να κατοχυρώσει όλα όσα θεωρεί πως δικαιωματικά του ανήκουν. Δεν γνωρίζουμε τους λόγους για τους οποίους αποφάσισαν να προχωρήσουν σε διαφορετικούς δρόμους στις ζωές τους, και δεν έχει τόσο σημασία αυτό. Όπως δεν έχουν σημασία κι άλλες “μικροιστορίες”, που βλέπουμε στην ταινία, όπως για παράδειγμα το χρέος του Boris σε τοκογλύφους (;), για τις οποίες δεν γνωρίζουμε πολλά και λειτουργούν ως στοιχεία, που έρχονται να πυροδοτήσουν διαφωνίες ή καυγάδες ανάμεσα στο ζευγάρι, σε μια ως επί το πλείστον τεταμένη ατμόσφαιρα.
Ο Lafosse θέλει να μας πει μια συγκεκριμένη ιστορία και στην ταινία του βλέπουμε όλα όσα θα περιμέναμε ίσως να δούμε σε ένα ζευγάρι, όταν “στερέψει” η αγάπη (με την έννοια του ερωτικού πάθους περισσότερο…) ανάμεσά τους. Όλες οι σκηνές σχεδόν είναι γεμάτες ένταση και εκτυλίσσονται στο εσωτερικό του σπιτιού, που λειτουργεί σαν μια σκηνή θεάτρου, απ’ όπου περνάνε όλοι οι “κλισέ” χαρακτήρες παρόμοιων ιστοριών: ο γονιός ενός από τους δύο, οι οικογενειακοί φίλοι, που παίρνουν το μέρος κάποιου, τα ίδια τα παιδιά του ζευγαριού… Κάθε ένας από αυτούς συμπληρώνει το παζλ δυο πολύ δυναμικών ερμηνειών, από τους πρωταγωνιστές Cédric Kahn και Bérénice Bejo, που με τις πράξεις τους οδηγούν στην κατάληξη της ιστορίας.
Αυτή τη δυναμική και ταυτόχρονα απλότητα των ερμηνειών τους την διαπιστώνει κανείς όχι τόσο στους ομηρικούς καυγάδες του ζευγαριού, όσο σε έναν πιο ήπιο “καυγά” κατά την διάρκεια ενός δείπνου με φίλους του ζευγαριού, που έχουν εμφανώς πάρει το μέρος της Marie, ή (κυρίως) όταν εκείνη και ο Boris μοιράζονται την τελευταία, ίσως, χαρούμενη στιγμή μαζί με τις κόρες τους, σε έναν αυθόρμητο χορό, που ξεκίνησαν τα παιδιά και παρέσυρε και τους γονείς σε μια σύντομη έκλαμψη τρυφερότητας και ερωτισμού.
Το τέλος δεν είναι το happy end, που μπορεί να περίμενε κανείς, και το οποίο (για να είμαστε ειλικρινείς) αν ερχόταν θα μας απογοήτευε. Είναι όμως ρεαλιστικό, κάτι που έβλεπες να έρχεται, ακόμα και χωρίς τα ένα-δυο κομμάτια της ιστορίας, που ήταν μάλλον αχρείαστα και δεν πρόσφεραν κάτι ουσιαστικό. Κι έχει συμβιβασμούς, και από τους δύο χαρακτήρες.
Διαβάστε επίσης την συζήτηση μας με την πρωταγωνίστρια Berenice Bejo στις Κάννες