Η «Νηπιαγωγός» είναι -με διαφορά- ό,τι καλύτερο είδαμε στις «Νυχτες Πρεμιέρας»

Νύχτες Πρεμιέρας | 29-9-2018 |
Η ερωτική ζωή της Λίζα αδρανεί, τα παιδιά της δείχνουν να την αγνοούν και η καθημερινότητα κυλά βασανιστικά στο νεοϋορκέζικο νηπιαγωγείο που εργάζεται ως δασκάλα. Κάποια μαθήματα ποίησης αποτελούν τη μόνη της διέξοδο, μέχρι τη στιγμή που όλα στη ζωή της αλλάζουν χάρη στον 5χρονο Τζίμι και την ανεξήγητη ικανότητά του να σκαρώνει ποιήματα, χρησιμοποιώντας λεξιλόγιο και σύνταξη που παραπέμπουν σε μυαλό ενηλίκου. Πεπεισμένη πως πρόκειται για ένα παιδί-θαύμα, και προβάλλοντας πάνω του δικά της κενά, η Λίζα αναλαμβάνει την πνευματική καθοδήγηση του μικρού. Μόνο που ο αρχικός ενθουσιασμός της σταδιακά μεταμορφώνεται σε επικίνδυνη ψύχωση.
Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πως η «Νηπιαγωγός» της Σάρα Κολάντζελο είναι η καλύτερη ταινία που παίκτηκε στις φετινές Νύχτες Πρεμιέρας: αυτό θα προϋπέθετε να είχαμε βρεθεί σε κάθε, μα κάθε προβολή τους. Πρόκειται σίγουρα ωστόσο για μια από τις πιο δυνατές ταινίες που είδαμε στο φεστιβάλ: μια ταινία που αν και χαμηλόφωνη, «μιλάει» τόσο έντονα μέσα σου και ταυτόχρονα «λέει» τόσο ουσιαστικά πράγματα που πανεύκολα θα μπορούσε κανείς να το ξαναδεί στο καπάκι για να απολαύσει την έμπνευση που το διέπει. Εμείς τουλάχιστον θα το ξαναδούμε με την πρώτη ευκαιρία.
Τρανταχτό κοινωνικό σχόλιο πάνω στην μάστιγα της αστικής μοναξιάς ακόμα και αν περιτριγυρίζεσαι διαρκώς από ανθρώπους, η «Νηπιαγωγός» είναι ξεκάθαρη ως προς την διάθεσή της για αποδόμηση του μικροαστικού, αμερικάνικου ονείρου: η Λίζα της Μάγκι Τζίλενχαλ είναι μια γυναίκα που θεωρητικά δεν θα έπρεπε να έχει κανένα παράπονο από το πως της τα έφερε η ζωή. Η οικογένειά της είναι ενωμένη, τα παιδιά της σπουδάζουν και οδεύουν ολοταχώς προς ένα μέλλον αποκατεστημένο επαγγελματικά ενώ η ίδια κάνει έχει μια σταθερή δουλειά. Και όμως, νιώθει κενή μέσα της.
Η Λίζα αγαπάει την τέχνη τόσο πολύ που θα ήθελε και η ίδια να μπορεί την παράξει. Ωστόσο δεν είναι ταλαντούχα και αυτό είναι μεγάλο βάρος για την ψυχοσύνθεσή της. Ζει επίσης, σε ένα σπίτι που κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει την τέχνη με την δική της ένταση και αυτό την κάνει να νιώθει μόνη. Ξένη. Όταν θα γνωρίσει ένα 5χρονο αγόρι που το ταλέντο του στην ποίηση είναι όχι απλά εντυπωσιακό αλλά στην πραγματικότητα αλλόκοτο, νιώθει μια πρωτόγνωρη αίσθηση.
Η Λίζα βρίσκει νόημα στη ζωή της μέσα από την επαφή της με αυτό το παιδί-θαύμα. Ζηλεύει που δεν είναι δικός της γιος, αισθάνεται αδικία για το γεγονός ότι κανείς από το περιβάλλον του δεν εκτιμάει το εξωπραγματικό του ταλέντο με εξαίρεση την ίδια, που ταυτόχρονα έχει δυο παιδιά απέχουν χιλιόμετρα από αυτό που θα ήθελε να είναι. Όμως, ακριβώς όπως εκείνη «κατηγορεί» τους δικούς της ανθρώπους ότι δεν την καταλαβαίνουν, δέχεται και η ίδια κατηγορίες πως οι αδιάλλακτες απαιτήσεις της από τους γύρω της είναι άδικες: και εκείνη δεν εκτιμάει τα προτερήματα των δικών της ανθρώπων εφόσον δεν συμβαδίζουν με τα δικά της στάνταρ. Η Λίζα μπορεί να είναι ασυμβίβαστη αλλά είναι ταυτόχρονα και συντηρητική, σνομπ: οτιδήποτε δεν ταιριάζει στην εξιδανικευμένη φαντασίωσή της αυτόματα το υποβιβάζει.
Η «Νηπιαγωγός» είναι ένα πρότυπο ψυχογράφημα μιας δυστυχισμένης γυναίκας. Τόσο σύνθετο και τόσο ισορροπημένο που δεν θα μπορούσε να είναι πιο ρεαλιστικό. Η αίσθηση της θλίψης διαπερνάει την οθόνη και μεταδίδεται με υποδειγματικό τρόπο στον θεατή, απόρροια -εκτός από την σκηνοθετική ικανότητα- και της καταπληκτικής ερμηνείας της Μάγκι Τζίλενχααλ που χωρίς υπέρβολη υποδύεται εδώ τον ρόλο της (μέχρι τώρα) καριέρας της: μόνο η «Γραμματέας» κόντραρει αυτή την θλιμμένη «Νηπιαγωγό» αλλά μάλλον χάνει στα σημεία αφού πλέον η Τζίλενχααλ είναι πολύ πιο έμπειρη και μεστή στην ερμηνεία της.
Και φυσικά, δεν πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε τις διακριτικές αλλά εμφανείς σε χαρακτηριστικά σημεία της πλοκής επιρροής από το σινεμά του Λάνθιμου, που είναι δεδομένο πως θα εκτιμούσε πολύ την εξαιρετική δουλειά της καινούριας στο χώρο του σινεμά συναδέλφου του (για την Νεϋορκέζα Κολάντζελο αυτή είναι μόλις η δεύτερη ταινία της οποίας υπογράφει τη σκηνοθεσία), η οποία καταφέρνει ταυτόχρονα να διατηρήσει ένα δικό της στιλ στο περιεχόμενο της δημιουργία της. Όπως και να έχει, φαίνεται πως η επιρροή του weird wave cinema είναι μεγαλύτερη απ’οσο νομίζουμε.