The Trial / Le procès / Η Δίκη

Adapted | 2-8-2014 |
Η πρώτη μεταφορά στη μεγάλη οθόνη του ομώνυμου μυθιστορήματος του Φραντς Κάφκα.Όλοι έχουμε ένα βιβλίο που πρέπει να διαβάσουμε και δεν το κάνουμε ποτέ, παρά το αφήνουμε να σκονίζεται στη βιβλιοθήκη μας. Ή άλλοτε το παίρνουμε απόφαση και δηλώνουμε στον εαυτό μας «θα το διαβάσω στο τραίνο/καράβι/παραλία!».
Πάνε περίπου δέκα χρόνια που, στην πρώτη διαπίστωση πως η σχέση μου με την κλασσική λογοτεχνία είναι σχεδόν ανύπαρκτη, αποφάσισα να αναπληρώσω τα μεγάλα κενά με το βιβλίο που έμελλε να στοιχιώσει κυριολεκτικά όλα μου τα ταξίδια. Κάθε αρχή και δύσκολη, πόσο μάλλον όταν επιλέγουμε τον Κάφκα να μας κρατάει συντροφιά στις τουριστικές εξορμήσεις και στον καυτό καλοκαιρινό ήλιο. Γυρίσαμε μαζί την Ευρώπη, την ηπειρωτική Ελλάδα, μόνο για να βαραίνει απλά την τσάντα μου.
Και κάπως έτσι κατέληξε η Δίκη να αποτελεί τον προσωπικό μου Γολγοθά.
Τώρα που τον ανέβηκα, μπορούμε να μιλήσουμε και για τη μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη. Πάντα μιλάμε για την ομώνυμη ταινία του Orson Welles, και όχι για το ανέκδοτο του 1993, που σαν ταινία μεν αξιοπρεπώς στέκεται, αλλά είναι παντελώς ανάξια σύνδεσης και σύγκρισης.
Γύρω από το πρόσωπο του Γιόζεφ Κ. ξεκινά μια δριμύτατη κριτική απέναντι στη δομή και την ιεραρχεία του συστήματος. Ο κεντρικός χαρακτήρας συλλαμβάνεται ένα πρωινό, χωρίς καμιά αιτιολογία, αλλά αφήνεται κανονικά στην καθημερινότητά του. Υποχρεούται να παρουσιάζεται στο «δικαστήριο» για να απολογηθεί, πέραν αυτού όμως συνεχίζει κανονικά τη ζωή του. Ο αντίκτυπος όμως που η όλη διαδικασία έχει στην ψυχολογία του, είναι τεράστιος, και η υπόθεση ουσιαστικά επικεντρώνεται στο αδιέξοδο που ο λαβύρινθος της εξουσίας τον οδηγεί, καθώς προσπαθεί να αποδείξει την αθωότητά του, για μια ανύπαρκτη κατηγορία. Κι ενώ ο Γιόζεφ αναζητά βοήθεια απ’όπου μπορεί, στρέφεται σε όργανο του νόμου, σε εκπρόσωπο της τέχνης, στη θρησκεία, χωρίς κανένα θετικό αποτέλεσμα. Ο ίδιος κόσμος γύρω του έχει μετατραπεί σε μια συνεχή εξέταση, κι εκείνος αποδεικνύεται ανίκανος να υπεραπιστεί τον εαυτό του απέναντι σ΄αυτή τη δικαστική πολιορκία, και αφήνεται εν τέλει να καταδικαστεί.
Ξεκινώντας ακούμε από τον αφηγητή μια απαγγελία του διηγήματος Προ του νόμου του Κάφκα, που δημιουργεί το ιδανικό εισαγωγικό σκηνικό σε συνδιασμό με την τεχνική του pinscreen, πρωτοποριακό δημιούργημα του Alexandre Alexeieff.
Ο Γιόζεφ αντιπροσωπεύει τον μέσο άνθρωπο, κι ο Anthony Perkins ενσαρκώνει με μεγάλη ακρίβεια τον κάθε πολίτη και την πάλη του απέναντι στο γραφειοκρατικό σύστημα. Οι χαρακτήρες μοιάζουν λίγο πιο δυναμικοί, με πιο έντονα χαρακτηριστικά, πράγμα που συμβάλλει στην έντονη μετάπτωση συναισθημάτων που βιώνει ο πρωταγωνιστής. Τη μια στιγμή αμφισβητώντας τη σοβαρότητα των κατηγόρων του, νιώθει υπεράνω του νόμου και των υποτιθέμενων ευθυνών του, ενώ ύστερα παλεύοντας να σώσει την υπόληψή του και να δικαιολογηθεί, παίρνει το ρόλο του θύματος. Οι σχέσεις του με τους φίλους και συνεργάτες ακολουθούν την ίδια εναλλαγή στην ένταση, όσο ο Γιόζεφ βυθίζεται στην ενοχή του και αποξενώνεται από τους γύρω του, με χαρακτηριστική τη σκηνή του διαπληκτισμού του με την κα Burstner (Jeanne Moreau).
Πέραν του επιτυχημένου καστ, το μεγαλύτερο επίτευγμα του σκηνοθέτη είναι η αξιοποίηση κάθε οπτικής γωνίας, κάθε σκηνικού, όλα κλιμακωτά πιο σκοτεινά και έντονα, όλο και περισσότερο να δείχνουν την ασημαντότητα της ύπαρξης του Κ. Πλάνα που θυμίζουν σε μεγάλο βαθμό τον Πολίτη Κέιν, εντείνουν τα μεγέθη και καθιστούν ορατή πια τη απόσταση ανάμεσα στον απλό άνθρωπο και την απρόσιτη κρατική εξουσία. Τίποτα δε μένει ανεκμετάλλευτο, τα ηχητικά εφέ, τα μπερδεμένα σκηνικά, άλλοτε δωμάτια γεμάτα με έγγραφα ή άδεια με διακριτό στοιχείο μόνο το γκρίζο μπετό, άλλοτε αίθουσες πλημμυρισμένες με ανθρώπους και στο κέντρο ο Γιόζεφ να πρέπει να αντιμετωπίσει ολομόναχος την κατάσταση. Φυσικά και υπάρχουν πολλές διαφοροποιήσεις από το αρχικό κείμενο, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν προσφέρεται για σεναριακή μεταγραφή. Ο Welles όμως έχει συλλάβει τη γενική ατμόσφαιρα που κινείται στο μεταίχμιο πραγματικότητας και ονειρικού παραληρήματος.
Μια μεταφορά που κρατά πολλά από τα στοιχεία του συγγραφέα, καταφέρνει όμως παράλληλα να αποτελέσει μια επιτυχή απεικόνιση, μια ωδή σε κάθε τεχνοτρποπία που τελειοποίησε ο Orson Welles.